ἐπύθοντο

ἐπύθοντο
ἐπύ̱θοντο , πύθω
cause to rot
imperf ind pass 3rd pl
πυνθάνομαι
learn
aor ind mid 3rd pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • πυνθάνομαι — και ποιητ. τ. πεύθομαι Α 1. ζητώ να πληροφορηθώ ή μαθαίνω κάτι εξ ακοής, πληροφορούμαι (α. «ἀπ ἀνδρὸς τὴν νεάγγελτον φάτιν ἐλθὼν πύθηται», Αισχύλ. β. «ἐξιστορήσαντες τὰ ἐβούλοντο πυθέσθαι», Ηρόδ.) 2. μαθαίνω για κάποιον ή για κάτι (α. «μάχης… …   Dictionary of Greek

  • περιαγγέλλω — ΜΑ κοινοποιώ κάτι με αγγέλματα προς διάφορες κατευθύνσεις («περιαγγέλλοντες τὴν πανήγυριν», Θεμίστ.) αρχ. 1. στέλνω ή φέρνω αγγελία σε διάφορα μέρη («τοῡτο μέν, ὡς ἐπύθοντο τάχιστα τῶ κηρύκων τῶν περιαγγελλόντων ὅσῳ πλείοσιν οὗτος ἠνώχληκε καὶ… …   Dictionary of Greek

  • ἐπύθοντ' — ἐπύ̱θοντο , πύθω cause to rot imperf ind pass 3rd pl ἐπύθοντο , πυνθάνομαι learn aor ind mid 3rd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • bheudh-, nasal bhu-n-dh- —     bheudh , nasal bhu n dh     English meaning: to be awake, aware     Deutsche Übersetzung: “wach sein, wecken, beobachten; geweckt, geistig rege, aufmerksam sein, erkennen, or andere in addition veranlassen (aufpassen machen, kundtun,… …   Proto-Indo-European etymological dictionary

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”